- Μαρκίδες
- Επώνυμο δύο αδελφών λογίων και τυπογράφων. Βλ. λ. Πούλιος.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
δημοσιογραφία — H συλλογή, η διασταύρωση, η επεξεργασία ειδήσεων και πληροφοριών και η δημοσιοποίησή τους στα μέσα μαζικής ενημέρωσης (ΜΜΕ). H δ. αποτελεί σημαντικό τρόπο ενημέρωσης αλλά και διαφώτισης του κοινού. Η ελληνική δ. αναπτύχθηκε, στα πρώτα της βήματα … Dictionary of Greek
εφημερίδα — Έντυπο που κυκλοφορεί κάθε μέρα ή σε αραιότερα χρονικά διαστήματα και περιέχει ειδήσεις, σχόλια και άλλο υλικό της επικαιρότητας. Στην ευρύτερη σημασία του ο όρος ε. χαρακτηρίζει κάθε τυπωμένο κείμενο, στο οποίο καταχωρούνται ειδήσεις που… … Dictionary of Greek
Εφημερίς — Τίτλος διαφόρων εφημερίδων. 1. Ελληνική εφημερίδα που εκδόθηκε από τους αδερφούς Μαρκίδες Πουλίου το 1790 στη Βιέννη. Κυκλοφόρησε έως το 1798. Τα μόνα πλήρη σώματά της βρίσκονται στη μονή των Ιβήρων του Αγίου Όρους και στην Ακαδημία της Ρουμανίας … Dictionary of Greek
Μακεδονία — Ιστορική γεωγραφική περιοχή (34.203 τ. χλμ., 2.424.764 κάτ.) της Βόρειας Ελλάδας, της οποίας καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος. Εκτείνεται μεταξύ της οροσειράς της Πίνδου στα Δ, που τη χωρίζει από την Ήπειρο, και του ποταμού Νέστου στα Α, που τη… … Dictionary of Greek